Έλα κι εσύ στην παρέα μας. Κάνε like για να μαθαίνεις πρώτος όλα τα νέα!

12 Μαρτίου 2012

«Στης Μαστούρας το Σκοπό»: Η Χασισοποτεία στην Ελλάδα


Η Κάνναβη στην Ελλάδα ήταν γνωστή και διαδεδομένη από την αρχαιότητα. Το νεότερο ελληνικό κράτος, που συστάθηκε μετά την Επανάσταση του 1821, αξιοποίησε την καλλιέργεια της κάνναβης για εμπορικούς σκοπούς. Το 1836 το Βασιλικό Τυπογραφείο δημοσίευσε μια μελέτη του Γρ. Παλαιολόγου «Περί Καλλιέργειας της Κάνναβης», χωρίς να γίνεται λόγος περί της ηδονιστικής χρήσης της. Η Κάνναβη καλλιεργούνταν κυρίως στις πεδιάδες του Αγρινίου, της Καλαμάτας και του Άργους και οι νεαρές κοπέλες, που εργάζονταν στη συλλογή της, ήταν πάντα εύθυμες και όταν έφευγαν από το χωράφι ήταν ιδιαίτερα πειρακτικές, σε σημείο θράσους, απέναντι στους περαστικούς. Η κανναβοκαλλιέργεια στην Ελλάδα, κυρίως για κλωστική κάνναβη, θα συνεχιστεί μέχρι την τελική απαγόρευσή της το 1957, αν και η χασισοποτεία ήταν ήδη απαγορευμένη επί Μεταξά.

Στις αρχές του 20ου αιώνα λειτουργούσαν στην Αθήνα, στον Πειραιά και σε άλλες μικρότερες ελληνικές πόλεις, πολλοί «ντεκέδες», δηλαδή καφενεία όπου σύχναζαν οι χασισοπότες. Σ’ αυτά τα στέκια, που σύχναζαν κυρίως άτομα του υποκόσμου (κουτσαβάκια, νταήδες, μαστρωποί, μαχαιροβγάλτες και «κατάστικτοι», δηλαδή άνδρες με τατουάζ), πήγαιναν για να «πιουν» χασίς καθώς ο καφές δεν ήταν τότε ακόμη στην ημερήσια διάταξη: «Προσφέρεται και καφές» έγραφαν σε πινακίδες οι τεκετζήδες, για να προσελκύουν και τους μη χασισοπότες. Σ’ αυτά τα καταγώγια, τα οποία τα επισκέπτονταν κατά καιρούς και διάφοροι καλλιτέχνες και «παρακμιακοί αστοί», υπήρχαν διάφορες ρεμπέτικες κομπανίες ή μοναχικοί τύποι που έπαιζαν μπαγλαμά τραγουδώντας «στης μαστούρας τον σκοπό». Οι αστυνομικοί κατά καιρούς εισέβαλαν στους τεκέδες για να βρουν παρανόμους και να εκφοβίσουν τον υπόκοσμο. Όσους χασισοπότες συλλάμβαναν τους έπαιρναν ένα βράδυ στο κρατητήριο για να «ξεμαστουρώσουν» και στην συνέχεια τους άφηναν ελεύθερους, διότι η χασισοποτεία θεωρούνταν τότε «πταίσμα» και όχι κακούργημα. Κανείς χασισοπότης δεν έμπαινε τότε φυλακή αν «έπινε» χασίς, εκτός αν έκανε κάποια άλλη αξιόποινη πράξη. Η απαγόρευση ήρθε αργότερα κατά τη δικτατορία του Μεταξά.

Επί δικτατορίας του Μεταξά αλλά και αργότερα, κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου και των «πέτρινων χρόνων», η κρατική καταστολή σε βάρος των κομμουνιστών και των Αριστερών γενικότερα στην Ελλάδα ήταν πολύ σκληρή. Οι Αριστεροί, τόσο οι απλοί άνθρωποι όσο και οι διανοούμενοι, οδηγούνταν στις φυλακές και στα ξερονήσια για εξορία. Ήταν πολιτικοί κρατούμενοι αλλά το «εθνικόφρων» κράτος, προκειμένου να τους ταπεινώσει ακόμη περισσότερο, τους έριχνε στη φυλακή μαζί με τους εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου. Έτσι για πρώτη φορά συγχρωτίστηκαν Αριστεροί διανοούμενοι και καλλιτέχνες με άτομα του υπόκοσμου και λούμπεν μικροεγκληματίες, που είχαν ως χαρακτηριστικό τους τη ρεμπέτικη μουσική και την χασισοποτία. Μ’ αυτό τον τρόπο οι Αριστεροί καλλιτέχνες ήρθαν σε επαφή με τη χασισοποτεία και ο υπόκοσμος με τις ιδέες της Αριστεράς, δημιουργώντας μια μοναδική σύνθεση που επηρεάζει την ελληνική κοινωνία ακόμη και σήμερα.

Πολλοί ήταν οι ρεμπέτες εκείνης της εποχής που φούμαραν τον «καπνό της λησμονιάς». Πιο γνωστός απ’ όλους ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο οποίος την «έπινε» κι έζησε μέχρι τα βαθιά του γεράματα, κάνοντας πέντε παιδιά: «Μας φέρνει μαύρο από την Πόλη και μαστούρια είμαστε όλοι, τουμπεκί απ’ την Περσία πίνει ο μάγκας με ησυχία…», λέει ένα γνωστό τραγούδι του Μάρκου Βαμβακάρη. Τα «χασικλίδικα», αν και απαγορευμένα, ήταν εκείνη την εποχή ένα σημαντικό κομμάτι του ρεμπέτικου τραγουδιού. Η δίωξη και η καταστολή του ρεμπέτικου τραγουδιού από το καθεστώς του Μεταξά καθώς και από τις ελληνικές μετα-εμφυλιακές κυβερνήσεις, έστρεψε το λαό στα λεγόμενο «λαϊκά τραγούδια» και στο μπουζούκι που ήταν πλέον αποδεκτό και από την αστική τάξη. Το ίδιο διάστημα οι διώξεις των χασισοποτών εντάθηκαν, τα μέτρα καταστολής αυξήθηκαν με αποκορύφωμα την περίοδο της Χούντας. Ωστόσο η χρήση της κάνναβης, παρά τις τόσες απαγορεύσεις και διώξεις, δεν εξαφανίστηκε ποτέ από την Ελλάδα. Από τη δεκαετία μάλιστα του 1990 άρχισε να επανακάμπτει σε σημείο ώστε να είναι πλέον ευρύτατα διαδεδομένη, όχι μόνον σε περιθωριακούς αλλά και σε άτομα της αστικής και μορφωμένης τάξης. Όπως εκμυστηρεύτηκε στον υπογράφοντα ο γνωστός ψυχίατρος Κλεάνθης Γρίβας: «Κάποτε στην Ελλάδα κάπνιζαν κάνναβη μόνον οι περιθωριακοί. Σήμερα, και λόγω των ανούσιων κατασταλτικών και απαγορευτικών νόμων, κάθε μία στις τρεις ελληνικές οικογένειες έχει κι από έναν καπνιστή κάνναβης». Δεν μιλάμε πλέον για περιθώριο, αλλά για μαζική –πλην όμως απαγορευμένη– χρήση της κάνναβης στην Ελλάδα.


You-Tube