Το Τμήμα Πρόληψης και Προαγωγής Υγείας της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση σχετικά με τη νόσο των λεγεωνάριων:
Το βακτηρίδιο της λεγεωνέλλας (legionella) είναι ο αιτιολογικός παράγοντας της νόσου των λεγεωναρίων ή λεγιονέλλωση (LEGIONELLA PNEUMOPHILA ) . Η Legionella αναπτύσσεται κυρίως στα επιφανειακά νερά είναι όμως δυνατόν να ανιχνευθεί και στο καθαρό νερό αλλά επιζεί και στο αποσταγμένο νερό.
Άριστες θερμοκρασίες ανάπτυξης της είναι μεταξύ 20 και 45 0 C. Σε θερμοκρασίες άνω των 60 βαθμών Κελσίου το μικρόβιο σκοτώνεται ενώ δεν μπορεί να πολλαπλασιαστεί κάτω από τους 20 βαθμούς.
Ιδανικές συνθήκες πολλαπλασιασμού του μικροβίου μπορούν να παρουσιαστούν στα δίκτυα διανομής νερού των διαφόρων κτιρίων και ειδικότερα στο δίκτυο διακίνησης ζεστού νερού. Στο εσωτερικό των σωληνώσεων δημιουργούνται αποικίες των μικροβίων οι οποίες σχηματίζουν μια μεμβράνη (biofilm) η οποία τροφοδοτεί συνεχώς με μικροοργανισμούς το νερό. Το πρόβλημα με τι βιομεμβράνες είναι εντονότερο στα μεγάλα κτίρια που το σύστημα των σωληνώσεων είναι περίπλοκο και έχουμε συχνότερα εναποθέσεις αλάτων και σχηματισμό ιζημάτων με αποτέλεσμα τις ραγδαία αναπτυσσόμενες αποικίες του μικροβίου.
Η legionella μεταδίδεται κυρίως αερογενώς μέσω λεπτότατων σταγονιδίων με μορφή αερολύματος που σχηματίζονται από τα κλιματιστικά μηχανήματα αλλά η μετάδοση μπορεί να γίνει και με τα σταγονίδια που εκπέμπονται με το ντους, στο τζακούζι ή στο SPA όπου αναπνέεται ατμός, στα σιντριβάνια νερού αλλά και κατά το πλύσιμο των χεριών. Δεν μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Η Ελλάδα ως μεσογειακή χώρα διαθέτει θεωρητικά όλες τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση λοιμώξεων από legionella δηλαδή θερμό κλίμα με υψηλές θερμοκρασίες μεγάλης διάρκειας και έντονη λειτουργία των κλιματιστικών.
Κρίσιμες θεωρούνται οι μη τουριστικές περίοδοι όπου σε ξενοδοχειακές μονάδες που υπολειτουργούν, το νερό του δικτύου να θεωρείται «στάσιμο», γεγονός που ευνοεί την ανάπτυξη της legionella.
Τα συμπτώματα εκδηλώνονται 2 με 10 ημέρες μετά την μόλυνση. Η κλινική εικόνα είναι αυτή της άτυπης πνευμονίας με εξελισσόμενη ακτινολογική εικόνα και βαρύτητα. Η θνητότητα είναι περίπου 15% αλλά η έγκαιρη διάγνωση αυξάνει τα ποσοστά επιβίωσης. Για τα άτομα υψηλού κινδύνου το ποσοστό θνητότητας είναι μεγαλύτερο.
Η διάγνωση της νόσου γίνεται κυρίως εργαστηριακά (ούρα, αίμα, πτύελα)
Ομάδες υψηλού κινδύνου
- Άτομα άνω των 50 ετών
- Καπνιστές
- Άτομα με χρόνιες πνευμονοπάθειες
- Διαβητικοί
- Άτομα με νεοπλασίες
- Μεταμοσχευμένοι
- Άτομα με νεφρική ανεπάρκεια
- Άτομα με ευάλωτο ή εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα και
- Όσοι βρίσκονται σε αγωγή με κορτικοστεροειδή
Προληπτικά μέτρα
Για την πρόληψη της εμφάνισης της νόσου απαιτείται συστηματική λήψη κατάλληλων μέτρων που αφορούν:
- Τη σωστή λειτουργία των υδραυλικών και κλιματιστικών εγκαταστάσεων( ξενοδοχείων, νοσοκομείων, ιαματικών λουτρών, αιθουσών αναμονής , ΜΜΜ, κρουαζιερόπλοια κ.λ.π)
- Την αποφυγή δημιουργίας εστιών μόλυνσης στα σημεία των δικτύων που έχουμε αυξομείωση της θερμοκρασίας του νερού και έχουμε συχνότερα εναποθέσεις αλάτων και ξένων ουσιών γενικότερα
- Την κατάλληλη απολυμαντική μέθοδο και κατάλληλα τεχνικά μέσα ώστε να εξασφαλίζεται η μόνιμη απολύμανση του δικτύου
- Τον τακτικός έλεγχος δειγματοληπτικός έλεγχος του νερού
- Την αποφυγή διαρροών στον κλιματισμό
Οι οδηγίες για τον έλεγχο και την πρόληψη της νόσου έχουν δοθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ομάδα Εργασίας για τις λοιμώξεις από legionella (Κοινοτική οδηγία 2119/98/EC) και εφαρμόζονται στην χώρα μας από 1/7/2002.