Πρώτον, τον ίδιο το λαό, να σιγήσει, να πάψει να διαμαρτύρεται και να δεχτεί μοιρολατρικά τους εκβιασμούς της Τρόικας και της κυβέρνησης. Και δαρμένος και σιωπηλός.
Δεύτερον, απευθύνεται στους Αμερικανογερμανούς, οι οποίοι συγκρούονται πάνω από το πτώμα της χώρας, και τους καλεί να επιλέξουν ανάμεσα σ’ αυτόν και το «χάος». Καθόλου τυχαία, αυτή η ενέργεια πραγματοποιήθηκε την επόμενη μέρα της αποτυχίας με την Γκαζπρόμ, η οποία αποτέλεσε συνέπεια πιέσεων των Αμερικανών και των Γερμανών ενάντια στη ρωσική παρουσία στην Ελλάδα. Και τους καλεί είτε να τον στηρίξουν είτε να αναλάβουν το «χάος», την ίδια στιγμή που αυτό εξαπλώνεται στη γειτονική Τουρκία.
Τρίτον, στρέφεται ενάντια στους κυβερνητικούς του εταίρους και τους καλεί είτε να υπακούσουν τυφλά, είτε να οδηγηθούν σε μια στρατηγική ήττα, ακόμα και εξαφάνιση σε περίπτωση νέων εκλογών.
Ο Σαμαράς, μπροστά στα αδιέξοδα που έχουν συσσωρευτεί, κάνει μια κίνηση που είτε θα οδηγήσει στην έστω βραχυπρόθεσμη εδραίωσή του, είτε στην καταβαράθρωσή του.
Παίζει τα ρέστα του. Σε αυτό το πλαίσιο, μπορούμε να ερμηνεύσουμε και το πρόσφατο μπάχαλο με το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, το οποίο αφού πρώτα το δέχτηκε και συμφώνησε, στη συνέχεια το απέρριψε, προκαλώντας ανοιχτά τους κυβερνητικούς του εταίρους. Παράλληλα, αναπτύσσει μια έντονη ρητορική εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίον θεωρεί «εύκολο αντίπαλο», έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα διπολικό μοντέλο που θα του επιτρέπει να διαιωνίσει την κυριαρχία του, ως η μόνη «ρεαλιστική» εναλλακτική λύση.
Η ΕΡΤ και η στρατηγική του εκφασισμού
Η επιλογή της σύγκρουσης γύρω από την ΕΡΤ, και όχι έναν οποιονδήποτε άλλον οργανισμό, δεν είναι τυχαία. Γνωρίζει πολύ καλά ότι το κλείσιμο της δημόσιας τηλεόρασης και ραδιοφωνίας δεν θα προκαλέσει μόνον αντιδράσεις και συσπειρώσεις στο εσωτερικό της χώρας, αλλά θα πάρει και διεθνή έκταση (είναι ήδη πρώτο θέμα σε όλα τα διεθνή ΜΜΕ). Επομένως, δεν έκανε μόνο μία κίνηση απλώς για να λύσει το πρόβλημα των 2.000 απολύσεων, που του λείπανε, αλλά και για να προκαλέσει τη μεγαλύτερη δυνατή αναταραχή και σύγκρουση. Έχει δηλαδή ανοιχτό χαρακτήρα πρόκλησης-προβοκάτσιας. Επιζητά τη σύγκρουση και όχι τον κατευνασμό.
Η ΕΡΤ, στα μάτια συντηρητικών –ακόμα και λαϊκών– στρωμάτων αποτελεί το σύμβολο της μεταπολίτευσης και της συγκυριαρχίας της εκσυγχρονιστικής αριστεράς, με το ΠΑΣΟΚ, και την εκσυγχρονιστική Δεξιά, το σύμβολο της μεταπολιτευτικής πολιτικής ορθότητας. Και ταυτόχρονα, έναν χώρο απόλυτης αδιαφάνειας, διορισμών από το παράθυρο, και κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος.
Έτσι, το χτύπημα στην ΕΡΤ και γενικότερα στα ΜΜΕ ικανοποιεί τα πιο βαθύτερα συντηρητικά αισθήματα που στρέφονται σε συνθήκες κρίσης ενάντια στους «επώνυμους», ενάντια σε όσους κατέχουν δημόσιο λόγο.
Εξάλλου, ένας από τους λόγους που εκτοξεύτηκε η Χ.Α. είναι η μη αναγνωρισιμότητα των βασικών στελεχών της, η αδυναμία να χειριστούν τον λόγο, η ψευδοπληβειακότητά τους.
Έτσι, ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου ξεχνάει πως στην ΕΡΤ εδώ και πολλά χρόνια δεν διορίζουν μόνο οι Πασόκοι, αλλά και οι γαλάζιες κυβερνήσεις, αφειδώς τους κολλητούς και τις παλλακίδες τους. Πως την ίδια πολυπολιτισμική σούπα σερβίρουν αριστεροί, δεξιοί και πασόκοι δημοσιογράφοι, έχοντας κάνει έναν καταμερισμό εργασίας μεταξύ τους.
Ξεχνούν πώς παρ’ όλα ταύτα, παρέμενε ποιοτικά υψηλότερη από τα τουρκοκάναλα και τα διαφημισάδικα της ιδιωτικής τηλεόρασης. Ξεχνούν, εν τέλει πως, οι «κολλητοί» και οι «παλλακίδες» θα βρεθούν και πάλι και στον νέο δημόσιο οργανισμό που θα δημιουργηθεί, ενώ εκείνοι που θα την πληρώσουν εν τέλει είναι όσοι δεν έχουν μέσα, επαφές και κολλητιλίκια.
Μέσα από τη δημόσια αποκαθήλωση της ΕΡΤ, που πραγματοποιήθηκε με τον πιο βίαιο και φασιστικό τρόπο, την κατάληψη των κεραιών και το κλείσιμο του σήματος, πραγματοποιείται και ένα βήμα –πολύ μεγάλο– στη φασιστικοποίηση της δημόσιας ζωής και της ελληνικής κοινωνίας. Διότι είναι κλασσική συνταγή του εκφασισμού η στροφή των λαϊκών στρωμάτων που πλήττονται από την κρίση ενάντια σε κάποια εξιλαστήρια θύματα. Ας θυμηθούμε πως ανέβηκε για πρώτη φορά η Χ.Α. με το χαστούκι του Κασιδιάρη στην Κανέλλη.
Γιατί μπορεί να κάνει εκβιασμούς;
Η κίνηση Σαμαρά είναι μια ζαριά, με την οποία ένας πολιτικός που κορόιδεψε τον ελληνικό λαό και μεταβλήθηκε στον πιο δουλοπρεπή υποτακτικό των δανειστών, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί την προνομιακή θέση στο κέντρο της πολιτικής σκηνής. Διότι απέναντι στον Σαμαρά βρίσκεται ένα κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που θα χρειαστεί καιρό για να συνέλθει από το σοκ της εκτίναξής του σε αξιωματική αντιπολίτευση. Διότι απέναντί του βρίσκεται ο Καμμένος, ως εκπρόσωπος της λαϊκής Δεξιάς, και οι νεαντερντάλιοι της Χ.Α. Κυρίως και πάνω απ’ όλα, διότι η ελληνική κοινωνία έχει χάσει το παραγωγικό και εργασιακό της ήθος, έχει χάσει τον πολιτισμικό της δυναμισμό, είναι γερασμένη και έχει μεταβληθεί σε μια σούπα θεατών του Σουλεϊμάν.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, μπορεί ένας πολιτικός χαμηλών προδιαγραφών και δυνατοτήτων όπως ο Σαμαράς να εμφανίζεται ως «κυρίαρχος του παιγνιδιού» και να εκβιάζει τον ελληνικό λαό, γιατί δεν μπορεί να εκβιάσει την Τρόικα και την Μέρκελ! Έτσι, ακόμα και την «αγανάκτησή» του για το προφανές πούλημα που του έκαναν στο ζήτημα του φυσικού αερίου, δεν την εκφράζει απευθυνόμενος στα αφεντικά του, αλλά τη στρέφει ενάντια στον λαό και στα πιο εύκολα για την περίπτωση θύματα.
Και όμως, η Ν.Δ. και ο Σαμαράς κρατιούνται πάνω από τον ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις και μπορεί να εκβιάζει ακόμα και με εκλογές τις οποίες δεν θέλει προφανώς ο Βενιζέλος και ο Κουβέλης, αλλά στην πραγματικότητα ούτε και ο ΣΥΡΙΖΑ;
Διότι, μέσα στα πλαίσια που ορίζουν τα μεγάλα συμφέροντα και οι ξένοι επικυρίαρχοι, οι οποίοι απλώς υπαλλήλους χρειάζονται, είναι δυνατό να συνεχίσουν να κυβερνάνε και μέτριοι πολιτικοί και κόμματα χαμηλού επιπέδου πλιατσικολόγων. Αν αντίθετα επιδιώκεις να αλλάξεις τη ρότα του σκάφους, να βγάλεις το τρένο από τις ράγες του συστήματος, να οδηγήσεις τον λαό σε σύγκρουση μαζί του, πρέπει να επιδεικνύεις μια άλλη αξιοπιστία και προπαντός να διαθέτεις ένα άλλο επίπεδο. Οι Έλληνες, δεν είναι διατεθειμένοι να πάρουν το ρίσκο της ανατροπής της «κόλασης που γνωρίζουν» για να εισέλθουν σ’ ένα άγνωστο πέλαγος. Γι’ αυτό, μπορεί να επικροτούν πολλές από τις βασικές παραδοχές του αντιμνημονιακού χώρου –οι κυβερνήσεις είναι πουλημένες, το πρόγραμμα δεν έχει καμία διέξοδο κ.λπ.– και ταυτόχρονα να φοβούνται την έλευση των αντιμνημονιακών κομμάτων στην εξουσία!
Εκεί λοιπόν στηρίζεται και ο εκβιασμός του Σαμαρά. Στο ότι εμφανίζεται ως μονόδρομος. Και έτσι θα συνεχίσει να συμβαίνει όσο το κύριο αντιπολιτευτικό κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίζει να μην παρουσιάζει κάποιο αξιόλογο οικονομικό πρόγραμμα, θα εξακολουθεί να υποστηρίζει πως πρέπει να δοθούν χαρτιά σε όλους τους μετανάστες («για να φύγουν στο εξωτερικό!»), θα εξακολουθεί να αρνείται τη σημασία της νέο-οθωμανικής απειλής, και προπαντός όσο θα συμπεριφέρεται σαν ένα συστημικό κόμμα, με αντισυστημικές απόψεις! Ένα κόμμα που δεν μπορεί να οργανώσει τον κόσμο στις γειτονιές και τα χωριά, γύρω από συγκεκριμένα και απτά αιτήματα, ενώ η εκφορά του αντισυστημικού λόγου περιορίζεται σε πάνελ, ομιλίες, ταξίδια στο εξωτερικό και συνέδρια.
Ο εκβιασμός του Σαμαρά θα συνεχίσει να λειτουργεί όσο μέσα από το λαϊκό σώμα δεν έχει αναπτυχθεί ένα αντίπαλο δέος. Ένα αντίπαλο δέος που να συνδυάζει τον πατριωτισμό, την κοινωνική δικαιοσύνη, την οικολογική ευαισθησία, τη δημοκρατία και την αξιοπιστία, είτε μέσα από υπαρκτά σχήματα, είτε μέσα από νέες συνθέσεις, ή το πιθανότερο και τα δύο μαζί.
Και για να συγκροτηθεί κάποτε και αυτός ο περιβόητος πόλος δεν θα πρέπει να περιμένουμε, με σταυρωμένα χέρια, αλλά και στο συγκεκριμένο ζήτημα να απαντήσουμε στην πρόκληση, να οδηγήσουμε σε αποτυχία το colpo grosso του Σαμαρά, να απαιτήσουμε να ξανανοίξει άμεσα κάτω από δημόσιο έλεγχο η ΕΡΤ, να μην αφήσουμε την έρπουσα φασιστικοποίηση να κερδίσει μια ακόμα παρτίδα και να απαντήσουμε σθεναρά στο όλα ή τίποτα, απαντώντας του τίποτα, όσο δεν στρέφεται επί τέλους ενάντια στη Μέρκελ, και τους τοκογλύφους, αλλά αντίθετα επιλέγει να στρέφεται ενάντια στο λαό, ακόμα και σε εκείνα τα κομμάτια που φέρουν ευθύνες. Οι ευθύνες τους δεν πρέπει να αποτελέσουν το άλλοθι των κυβερνώντων και της φασιστικοποίησης της κοινωνίας.
του Γιώργου Καραμπελιά
ardin-rixi